ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

 

Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσα στην όμορφη Καβάλα. Από τη Θάσο ο πατέρας μου, μία μείξη η μητέρα μου, με καταβολές από Μικρά Ασία και Μαύρη Θάλασσα. Κάπου στη μέση, εγώ.

 

Χαρτί και μολύβι έπιασα από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Μέχρι την έκτη είχα ήδη στο ενεργητικό μου μία πλούσια γκάμα έργων: ποιητική συλλογή, μισοτελειωμένο μυθιστόρημα, πολλά θεατρικά σκέτς σάτυρας, τα οποία παρουσιάζαμε στα πάρτυ του δημοτικού και γυμνασίου. Κάποια στιγμή στο γυμνάσιο, με τη γυναικοσυμμορία της γειτονιάς, δημιουργήσαμε ένα θίασο, με λιγοστές παραστάσεις στους φωταγωγούς της γειτονιάς. Εκεί είχα την γενική καλλιτεχνική επιμέλεια.

 

Από το λύκειο και μετά τα καλλιτεχνικά παραμερίστηκαν. Αφού πήγα νομική, έγινα δικηγόρος και γύρισα τη μισή Ευρώπη από το 1993 έως το 2007, με σπουδές, δουλειά και αθλητισμό, επέστρεψα στην Ελλάδα και αποφάσισα να ξαναπιάσω, συστηματικά πια, το χαρτί και το μολύβι που είχα κρύψει στο συρτάρι πριν από πολλά χρόνια.

Από τα πολύ αγαπημένα μου:

 

Εύα Βλάμη

Ο ΣΚΕΛΕΤΟΒΡΑΧΟΣ

 

«…Απόσβηναν οι φλόγες του τζακιού, ο Νικόλας, η Ρήνη, η Αντριανή, είχαν απ΄ώρα πλαγιάσει, κι ο Σκελετόβραχος, που ΄χε θελήσει να μείνει μοναχός του με την έγννοιά του, ονειρευόταν ακόμα, μπροστά στα θράκια του τζακιού του που αναβοσβύνανε και λύνουνταν, τ’ άλαργινό του ταξίδι. Να πολεμήσει την κατασκέπαση του ατμού, που πύκνωνε και μουντζάλωνε τα πανιά κ΄έκοβε των δουλευτάδων της θάλασσας το ψωμί, η πολιτεία του τ΄ ακαρτερούσε από το δικό του χέρι. Μηδά δε του το΄πε και ο Γιάννακας; ‘Εδώ το λόγo σου μονάχα περιμένουμε΄. Μα ετούτος δε θα στεκόνταν μονάχα στο λόγου του, που τον είχε πει κιόλας. Μπροστά από τα μάτια του περνούσανε λιμάνια και πόρτα πολύβουα με τ΄άνεργα καράβια τους δεμένα στους μώλους, καθώς και τά ΄δε, να ρέβουνε μ άδραχτιασμένα τα πανιά, κ΄οι ναύτες, με τ’ άδειο τσιμπούκι στα δόντια τους, να κοιτάζουν τη θάλασσα ανέλπιδοι, σφίγγοντας και ματασφίγγοντας το ζουνάρι. Σύγνεφο η καπνούρα από τα φουγάρα ξαπολυότανε, λίγο-λίγο αποσκέπαζε θάλασσες, πολιτείες, λιμάνια, κι όλο απλωνόνταν ίσαμε τα πέρατα της γής, μανίζοντας να πνίξει τον κόσμο τον παλιό, που σπάραζε ολοζώντανος στη δική του καρδιά, την αντρίκια. Είταν γραμένο του ετούτος να γίνει ο διαφεντευτής του πανιού και να σηκώσει την καταπεσμένη του δόξα. Ποιός Γιάννακας και ποιός αντίμαχος θα του παράβγαινε, και τί καινούργιο θα μπορούσε, όχι να προσπεράσει, μα και να ζυγώσει το παλιό, που τ΄αναστήσαν οι χοντροκοκκάλες και μεγαλόκαρδες γενιές, παλεύοντας με τα στοιχειά στήθος με στήθος; Σήκωσε το θεόρατο κορμί, στοίβαξε με το πόδι τα καμένα κούστουρα ν ΄αποσβήσουνε, κι ανέβηκε να πλαγιάζει κι ατός του.»

 

«Το σκελετόβραχο» της Εύας Βλάμη το διάβασα για πρώτη φορά όταν ήμουν ακόμη στο γυμνάσιο και οφείλω να ομολογήσω ότι γλωσσικά με είχε δυσκολέψει αρκετά. Ταυτόχρονα όμως ήταν και μεγάλη πρόκληση. Το ξαναδιάβασα αργότερα. Το βιβλίο στο είδος του είναι μοναδικό. Λυρικά ηθογραφικό, με αφήγηση λιτή, αλλά ταυτόχρονα πολύ πυκνή και περιεκτική, η συγγραφέας μας κατατοπίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή της εποχής και της περιοχής, έχοντας ως βασικό άξονα πλοκής τον καπετάν Θύμιο ή «Σκελετόβραχο».

 

Η Εύα Βλάμη χαρακτηρίζεται από μία εξαιρετική ρεαλιστική εικονοποιία, την οποία ενισχύει η χαρακτηριστική ναυτική γλώσσα που διέπει όλο το έργο και το καθιστά γλωσσικά άρτιο.  Λαογραφία, πολιτισμικός, ηθη και έθιμα μαζί με την τοπική ιστορία δημιουργούν μία μοναδική λογοτεχνική μείξη.

 

Η τραγική φιγούρα του «Σκελετόβραχου» είναι επιβλητική. Δυναμικός και αντισυμβατικός, ισχυρογνώμων και ανήσυχος, υψώνει το παράστημά του ενάντια στην τεχνολογική εξέλιξη και στο χρόνο, με θράσος. Το πείσμα του να αντιδράσει και να αποτρέψει την έλευση των βαποριών στο Γαλαξίδι τον καθιστούν μία φιγούρα την οποία «συμπονά» ο αναγνώστης, βιώνει τον αγώνα του, αλλά παράλληλα και την προδιαγεγραμμένη καταδίκη του. Η τόλμη του ν΄αντιταχθεί στην εξελικτική πορεία του ανθρώπου, τον καθιστά ήρωα αρχαίας ελληνικής τραγωδίας και τον φέρνει σε σύγκρουση με την ίδια την ιστορία. Ο ίδιος το νιώθει, αλλά είναι πολύ περήφανος να το παραδεχτεί, βιώνοντας συναισθήματα που περιγράφονται με μοναδικά παραστατικό τρόπο, μέσα στις πυκνογραμμένες σελίδες του βιβλίου.

 

Λέει χαρακτηριστικά ο καπετάν Γιάννακας:

«…Ωστόσο δεν ξέρω κανέναν ίσαμε σήμερα να θάβεται μαζί με τους αποθαμένους του. Τους αλαφροσκεπάζει, κι όσο κι αν πονάει, κοιτάει πως θα μακρύνει πιο πολύ τη ζωή τη δική του. Πεθαίνει, σύντεκνοι, το πανί, μελάνιασε από τον καπνό, δεν είναι αντρίκιο να θαφτούμε μαζί του…»

Το Τηλεσκόπιο του Χρόνου

 

Σχόλιο:

Με το βιβλίο αυτό μου δόθηκε η δυνατότητα να συνδυάσω από τη μία τη μεγάλη μου αγάπη για την επιστήμη της αστρονομίας και από την άλλη το θαυμασμό μου για τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό. Για τις σκέψεις και τις πληροφορίες που αποτύπωσα, χρειάστηκε αρκετός χρόνος μελέτης και έρευνας.

 Ανέκαθεν παρακολουθούσα και διάβαζα βιβλία, μελέτες και άρθρα για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και την αρχαία ελληνική τεχνολογία. Ό,τι και να γράψω τώρα θα είναι πάρα πολύ λίγο. Όταν έμαθα για τον Υπολογιστή των Αντικυθήρων, ένιωσα δέος και έκπληξη. Πώς είναι δυνατόν, σκέφτηκα. Αλλά όμως είναι τόσα πολλά που μας εκπλήττουν και μας κάνουν ν΄ απορούμε: μέχρι που έφταναν τα όρια της γνώσης των αρχαίων λαών. 

Πριν από καιρό είχα διαβάσει ένα άλλο βιβλίο, όπου ο συγγραφέας (ιστορικός), προσπαθούσε να επιχειρηματολογήσει ότι οι αρχαίοι Ασσύριοι είχαν τηλεσκόπια, ότι δηλ. υπήρχαν τηλεσκόπια πριν από 3.000 χρόνια. Αυτό για μένα ήταν αρκετό.

Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γραφεί βιβλία που ως θέμα τους έχουν κρυμμένα μυστικά, τα οποία εάν αποκαλύπτονταν θα μπορούσαν να αλλάξουν όσα ξέρουμε για την παγκόσμια ιστορία. Πιο χαρακτηριστικό, ίσως, ο «ο Κώδικας Ντα Βίντσι» του Νταν Μπράουν.Πολλά από αυτά τα βιβλία αναφέρονται σε κρυμμένα μυστικά του Βατικανού. Κάποιοι προσπαθούν να τα ανακαλύψουν, ενώ κάποιοι άλλοι προσπαθούν να τους εμποδίσουν. Υπήρχαν άραγε αυτά τα έγγραφα και τα αποδεικτικά στοιχεία εν γένει; Θα το μάθουμε ποτέ;

  

Το μυθιστόρημα κινείται στις γκρι ζώνες, μεταξύ αστρονομίας, αρχαιολογίας, αστρολογίας, αρχαίας γεωμετρίας, φιλοσοφίας. Αστρονομία, όπως ο νόμος των άστρων και αστρολογία, όπως ο λόγος των άστρων δηλ. η αναλογία ιδέας και άστρων.  Όλοι οι μεγάλοι φιλόσοφοι, μαθηματικοί, αστρονόμοι της αρχαιότητας ήταν μυαλά πολυσχιδή με ενδιαφέρον εστραμμένο σε περισσότερες από μιας επιστημών.

 

Η σχέση του ανθρώπου με το σύμπαν ανέκαθεν ήταν μυστικιστική, ερωτική, θα έλεγα, ακόμη και όταν τα μόνα όργανα παρατήρησης ήταν τα μάτια, Ακόμη και μόνο αυτά ήταν ικανά να τον κάνουν ν΄αναρωτιέται για το μακρόκοσμο και τη θέση του σε αυτόν.

 

Ο τρόπος σκέψης των αρχαίων Ελλήνων ήταν μοναδικός: με σκέψη απελευθερωμένη από κάθε σκοταδισμό, μπορούσαν να αξιοποιούν με τον καλύτερο τρόπο τις ανακαλύψεις τους.